μπριτζόλα

μπριτζόλα

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "μπριτζόλα" в других словарях:

  • μπριτζόλα — η βλ. μπριζόλα …   Dictionary of Greek

  • μπριζόλα — και μπριτζόλα, η κομμάτι κρέατος από τα πλευρά βοδιού, μοσχαριού ή χοίρου, το οποίο τρώγεται ψητό ή τηγανητό. [ΕΤΥΜΟΛ. < βεν. brisola < γαλλ. bresolles «φιλέτο μοσχαριού». Κατ άλλη άποψη, η λ. προήλθε από ιταλ. braciola] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»